Wednesday, 1 December 2010

TOWARDS AN EXIT FROM 508 at ROOMS2010 curated by Christina Androulidaki




















Ο Θοδωρής Προδρομίδης θέτει ως βασική προϋπόθεση της καλλιτεχνικής δημιουργίας τον αναστοχασμό και σκηνοθετεί ένα site specific φιλμ μικρής διάρκειας βασισμένο στο έργο «Κεκλεισμένων των θυρών» (Huis Clos) του Ζαν-Πωλ Σαρτρ. Το υπαρξιστικό δράμα του Σαρτρ είναι δομημένο πάνω σε τρεις βασικούς χαρακτήρες οι οποίοι όντας εγκλωβισμένοι σε ένα δωμάτιο ξενοδοχείου συνειδητοποιούν ότι έχουν πεθάνει κι έχουν καταδικαστεί σε αιώνιο εγκλεισμό και αναγκαστική συμβίωση, η οποία θα αποδειχτεί εκρηκτική καθώς η πλοκή εξελίσσεται κι εκείνοι αναπτύσσουν μεταξύ τους μία επικίνδυνη σχέση αλληλεξάρτησης και εμπλοκής χωρίς ελπίδα διαφυγής.


Το έργο του Προδρομίδη πατάει πάνω στο κείμενο του Σαρτρ για να αφηγηθεί μία σύγχρονη ιστορία διαπλοκής, που λαμβάνει χώρα μέσα στο ξενοδοχείο Saint George Lycabettus. Με αυτόν τον τρόπο χρησιμοποιεί τον χώρο του ξενοδοχείου, ως ένα πολύσημο, ρευστό τόπο, χώρο δράσης των ηρώων του φιλμ, αλλά και των επισκεπτών. Ως τόπος δράσης, «εσωτερικής» και «εξωτερικής», το ξενοδοχείο χρησιμοποιείται έτσι ως σκηνικό για το έργο αλλά και ως φορέας της έκθεσης, μετατρέποντας τον θεατή από αμέτοχο παρατηρητή, σε ηθοποιό, κριτή, συνένοχο, κ.ο.κ., ενώ παράλληλα συμβάλλει στο να αναπτυχθεί ένα σχόλιο γύρω από την ιδιότητα του καλλιτέχνη ως σκηνοθέτη μίας συγκεκριμένης δράσης αλλά και ως συγγραφέα, φιλόσοφο, αρχιτέκτονα, «ενορχηστρωτή» του χώρου που μας περιβάλλει.


Την ίδια στιγμή, στο πέρασμα του από την θεατρική στη φιλμική αφήγηση, ο Προδρομίδης αποφεύγει οποιαδήποτε άμεση αναφορά στο κείμενο αυτό καθαυτό. Δεν χρησιμοποιεί τον λόγο, ούτε εστιάζει στην κορύφωση του δράματος, συνειδητά αποφεύγοντας τις εννοιολογικές φιλοδοξίες κινηματογραφικών έργων εμπνευσμένων από παρόμοια κείμενα κι εγκαταλείποντας μία τέτοια αφήγηση, για μία πιο «γνωμική», αποσπασματική αφήγηση που έχει στόχο να επανεξετάσει την αυτονομία του καλλιτεχνικού έργου, ως κάτι που απελευθερωμένο από «κανονιστικές» συμβάσεις μπορεί να ολοκληρωθεί και να ερμηνευτεί από τον θεατή.


Εκμεταλλευόμενος το γεγονός ότι οι θεατές αποφασίζουν πότε θα εισέλθουν στο δωμάτιο, πόση ώρα θα παραμείνουν και πότε θα φύγουν, η δομή του έργου εξυπηρετεί στο να μεταφέρει μία γενικότερη ατμόσφαιρα όμοια με τον αιώνιο κύκλο των ανεκπλήρωτων επιθυμιών στον οποίο είναι καταδικασμένοι οι ήρωες του Σαρτρ· Χωρίς αρχή, μέση και τέλος. Με αυτόν τον τρόπο, η ροή των σκηνών στο έργο δημιουργεί μία σειρά από submerged narratives[1] που όπως χαρακτηριστικά περιγράφει ο Tom Gunning «επιτρέπουν στην υπόθεση να ανακατευτεί ακριβώς κάτω από το όριο του αισθητού, σαν θάλασσα που φουσκώνει από υποσυνείδητες ιστορίες οι οποίες παρατάσσουν εικόνες σε μία σειρά γεμάτες νόημα αλλά συχνά ανεξιχνίαστες συνθέσεις.»[2]

[1] αφηγήσεις οι οποίες υποβόσκουν ή αφηγήσεις που δεν «αναδύονται» αυτόματα
[2] Tom Gunning, ‘Towards a minor Cinema: Fonoroff, Herwitz, Ahwesh, Lapore, Klahr and Solomon’, Motion Picture, vol. III, Winter 1989-90, p.4
 
ΚΕΙΜΕΝΟ ΚΑΤΑΛΟΓΟΥ ΤΗΣ ΧΡΙΣΤΙΝΑΣ ΑΝΔΡΟΥΛΙΔΑΚΗ